Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

Τι ζητάω από εσάς κύριοι υποψήφιοι.

Του Παναγιώτη Λευθέρη

Οι Δημοτικές εκλογές σε ένα μικρό τόπο όπως τα Κύθηρα έχουν το χαρακτηριστικό ότι οι περισσότεροι από τους υποψηφίους που ζητούν την ψήφο μας, δεν είναι οι απόμακροι επαγγελματίες της πολιτικής, αλλά φίλοι και γνωστοί, που πιστεύουν ότι με αυτό τον τρόπο, μπορούν να προσφέρουν στην τοπική κοινωνία. Άλλοι γιατί έχουν εγνωσμένες ικανότητες για κάτι τέτοιο, άλλοι γιατί θέλουν να δοκιμάσουν, άλλοι από ματαιοδοξία, άλλοι από άγνοια, άλλοι για να εξυπηρετήσουν τα μικροσυμφέροντά τους, άλλοι από δυσφορία για την υπάρχουσα κατάσταση και άλλοι για να βοηθήσουν τον τάδε συνδυασμό να συμπληρώσει το ψηφοδέλτιό του. Όλοι όμως, παρουσιάζονται σήμερα μπροστά μου, και μου ζητούν την ψήφο μου. Αν κινηθώ με το γνωστό τρόπο, να ψηφίσω τους φίλους και συγγενείς, εκτός από το ότι θα βρεθώ σε δύσκολη θέση, γιατί θα πρέπει να αφήσω πολλούς έξω, το αποτέλεσμα θα είναι, ένα ανίκανο δημοτικό συμβούλιο, αφού θα έχει καταργηθεί κάθε έννοια αξιοκρατίας. Έτσι λοιπόν, καλούμαι σαν ψηφοφόρος, να ξεκαθαρίσω τι πραγματικά θέλω από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους μου και να αξιολογήσω ποιοι από τους υποψηφίους είναι πιο πιθανό να ικανοποιήσουν αυτές τις “προδιαγραφές”.

Τι ζητάω λοιπόν από εσάς κύριοι υποψήφιοι αν βγείτε στο δημοτικό συμβούλιο; Θέλω λοιπόν:

- Να είστε ενεργοί και εργατικοί καθ' όλη την διάρκεια της θητείας σας και να μην “την κάνετε” την επόμενη των εκλογών, εμφανιζόμενοι μόνο (και αν) στις μηνιαίες συνεδριάσεις σαν σιωπηλοί κομπάρσοι. Και όταν λέω να είστε ενεργοί δεν εννοώ να φροντίζετε τα μικροσυμφέροντα των ψηφοφόρων σας (τον δρόμο στο χωράφι μου κ.τ.λ.). Αλλά να είστε σε συνεχή και αγωνιστική επαφή με την Κυθηραϊκή πραγματικότητα ώστε να φροντίζετε για πράγματα που προσφέρουν στο σύνολο της κοινωνίας. Για παράδειγμα, θα ήθελα να έχουν όλοι οι δημοτικοί σύμβουλοι ένα μπλοκάκι στη τσέπη και να σημειώνουν καθημερινά, από την λακκούβα που είδαν στον δρόμο και την χαλασμένη πινακίδα, μέχρι τις πιο μεγαλόπνοες ιδέες που τους έρχονται στο μυαλό, γύρω από το πώς διορθώνονται τα κακώς κείμενα ή για το πώς δημιουργούνται θαύματα από το τίποτα . Και να ανοίγουν αυτό το μπλοκάκι κατά την διάρκεια του δημοτικού συμβουλίου, προσπαθώντας να εμπνεύσουν, να εμπνευστούν και να δημιουργήσουν.

- Να μην είστε “κότες”. Με γεμίζει αηδία η υποταγή στον εκάστοτε κομματάρχη ή στα συμφέροντα των λίγων. Με γεμίζει αηδία και η υποταγή στον ψηφοφόρο. Να μην λαβαίνουμε δηλαδή ποτέ, τις αναγκαίες για το κοινό καλό αποφάσεις, μόνο και μόνο για να μην δυσαρεστήσουμε κάποιους ψηφοφόρους μας. Έχω βαρεθεί τα “ήξεις – αφήξεις”, θέλω ξεκάθαρες θέσεις π.χ. για τα σχολεία μας ή για τα αιολικά πάρκα που σχεδιάζονται να γίνουν στο νησί μας.

- Να μην προσπαθείτε να αναπληρώσετε το κράτος αλλά να οργανώσετε το κράτος. Δεν νομίζω ότι είναι δουλειά του δημάρχου και των δημοτικών συμβούλων να “τρέχουν” για αυτά που θα έπρεπε να κάνουν οι κρατικοί υπάλληλοι. Φροντίστε να επιλέγετε τα σωστά άτομα για κάθε δουλειά, δίνοντας πρωτοβουλίες και ηθική ( και χρηματική, γιατί όχι) επιβράβευση και “τραβώντας” και καμιά φορά “τ' αφτί”. Ο Δήμος θα έπρεπε να μπορεί να λειτουργεί, ακόμη και αν ο Δήμαρχος και το δημοτικό συμβούλιο, έχουν πάει όλοι διακοπές. Εκτός και αν επίτηδες δεν νοιάζει κάποιους δημοτικούς συμβούλους, όταν επικρατεί χάος στην κρατική “μηχανή”, για να εμφανίζονται ως “από μηχανής” σωτήρες και να “βγάζουν το φίδι από την τρύπα”, εισπράττοντας εύνοια και ψήφους.

- Να είστε ανοιχτοί στις νέες ιδέες, αντιλήψεις και αισθητικές. Σήμερα, στην εποχή της επικοινωνίας, αν θέλουμε να αμυνθούμε από τις επιζήμιες επιδράσεις και να ωφεληθούμε από τις ευεργετικές, πρέπει να αναδιπλωθούμε σε ζητήματα αισθητικής, ηθικής και κοινωνικής σημασίας. Δεν μπορούμε να σκεπτόμαστε σαν τον παππού μας, ούτε καν σαν τον πατέρα μας, και να θέλουμε να αντιμετωπίσουμε το σήμερα με αξιώσεις. Όσο αργούμε να το καταλάβουμε, κινδυνεύουμε από αυτήν ακριβώς, την έλλειψη προσαρμοστικότητας στις νέες συνθήκες.

- Να μην προκαλείτε, με υπόνοιες ότι βρίσκεστε στο δημοτικό συμβούλιο, για το προσωπικό σας όφελος.

- Να διαχειρίζεστε με σύνεση, τα οικονομικά του Δήμου. Μην “πετάτε” παρακαλώ τα χρήματά μας, για τη δημιουργία εντυπώσεων ή εύνοιας, αλλά για υποθέσεις ουσίας και ανάγκης.

- Να ενδιαφέρεστε για την τέχνη και τον πολιτισμό.

Λόγω εμπλοκής συγγενικών μου προσώπων και φίλων, παρακολούθησα από κοντά τις ζυμώσεις για την δημιουργία του συνδυασμού “Κυθηραϊκή Πρωτοβουλία”, και εκτίμησα την προσπάθεια να στηθεί κάτι εντελώς νέο, στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τα κοινά οι Κυθήριοι. Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να βρεθούν ανάμεσα σε αυτούς που αποφασίζουν για τις υποθέσεις του τόπου, νέες και δυνατές φωνές, που θα ανανεώσουν το τετριμμένο σκηνικό των τελευταίων ετών.

catelouso@kytheriosmusic.com

Μη επιδοτούμενοι...

Του Παναγιώτη Λευθέρη


Επειδή η απότομη διακοπή της καλλιτεχνικής κίνησης από 1η Οκτωβρίου μέχρι 31 Ιουνίου με λυπεί και με προβληματίζει κάθε χρόνο, και επειδή δεν βλέπω τους θεσμικούς παράγοντες να κάνουν τίποτα για να διορθωθεί αυτό, θα ήθελα να (ξανά)προτείνω στους αγαπητούς υπεύθυνους μερικά πράγματα: Μην αφήνεται χωρίς υποστήριξη όσους ντόπιους προσπαθούν τον χειμώνα και μην ξοδεύετε το μεγαλύτερο κομμάτι του προϋπολογισμού μας επί των πολιτιστικών, σε αμφιβόλου πολλές φορές αξίας, αλλά δαπανηρές, εισαγόμενες εκδηλώσεις του καλοκαιριού. Μην θεωρείται ότι ο πολιτισμός δεν χρειάζεται σχεδιασμό, άποψη και εποπτεία. Να ζητάτε τη γνώμη των ειδικών επί του θέματος, οι οποίοι δεν είναι λίγοι στα Κύθηρα και οι οποίοι, είμαι σίγουρος, θα προσφέρονταν αφιλοκερδώς να βοηθήσουν στην ευεργετικότερη για τον τοπικό πολιτισμό επιλογή των επιδοτούμενων εκδηλώσεων. Φτιάξτε κάθε χρόνο και διαφορετική ομάδα με άτομα μέσα και έξω από τον δήμο, ανεξάρτητα αν τους συμπαθείτε ή όχι, ανεξάρτητα αν συμφωνείται μαζί τους ή όχι, αλλά που να θεωρούνται κατάλληλα για να αποφασίσουν τι πολιτιστικό ή καλλιτεχνικό γεγονός πρέπει να υποστηριχθεί κάθε χρονιά.

Μην χρησιμοποιείτε τον πολιτισμό για δημόσιες σχέσεις. Η τέχνη δεν είναι τουριστική ατραξιόν ούτε καν ψυχαγωγία ( με την σύγχρονη έννοια του όρου). Είναι η έκφραση των πιο σημαντικών ανθρώπινων χαρακτηριστικών μας: αυτών που δεν περιγράφονται ή δεν εκφράζονται αλλιώς, αλλά πρέπει να εκφραστούν γιατί αλλιώς θα μείνουμε μικροί, νευρωτικοί και ανώριμοι. Είναι ο υγιέστερος τρόπος επικοινωνίας και η θεραπεία στην, δυστυχώς, άρρωστη κοινωνία μας. Όπως τα παιδιά χρειάζονται απαραίτητα να τραγουδούν ή να ζωγραφίζουν για να εκφράζουν πλήρως αυτά που νοιώθουν, έτσι και σε όλη τη ζωή του ο άνθρωπος, καλείται να συνεχίσει την σχέση του με την τέχνη σε άλλο επίπεδο. Όλοι μας έχουμε δικαίωμα σαν άτομα, αλλά και υποχρέωση ως μέλη της κοινωνίας να είμαστε φιλόμουσοι και φιλότεχνοι. Πέραν μιας μικρής προσπάθειας μύησης που πρέπει να καταβάλουμε κάθε φορά, η τέχνη δεν απαιτεί ούτε ιδιαίτερη μόρφωση ούτε χρήματα. Η πληροφορία πια είναι προσιτή σε όλους, υπάρχουν μυριάδες καλλιτεχνικές τάσεις και απόψεις και όλοι μπορούμε να βρούμε κάτι άξιο λόγου που να μας αφορά. Αντί αυτού, σαν κοινωνία, καταναλώνουμε μόνο τα μίζερα υποπροϊόντα της τηλεόρασης και νομίζουμε οτι ξέρουμε τα πάντα. Άγνοια και αλαζονεία. Καλό θα ήταν λοιπόν, το δημόσιο χρήμα να επενδύεται στο να πολεμά αυτή την άγνοια και όχι στο να την ενθαρρύνει.

Θέλω να αναφέρω παραδείγματα έκφρασης πολιτισμού που συνέβησαν φέτος το καλοκαίρι, για τα οποία υπεύθυνοι και συντελεστές είναι άτομα που ανήκουν στην ευρύτερη Κυθηραϊκή κοινωνία, και που χρησιμοποίησαν για το σκοπό αυτό δικά τους και μόνο μέσα, δείχνοντας ότι υπάρχει ζωντανός πολιτισμός στο νησί. Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν ακόμη περισσότεροι που δεν έπεσαν στην αντίληψή μου. Οι άνθρωποι αυτοί αξίζουν τόσο να επιχορηγηθούν όσο και να ρωτηθούν για το τι πρέπει να γίνεται με τον πολιτισμό στα Κύθηρα.

Είδαμε την αξιοθαύμαστη προσπάθεια της Ναστάζιας Μπέϊκοφ να οργανώσει εκδηλώσεις τον Ιούλιο, υπό τύπου φεστιβάλ και για τον σκοπό αυτό να συγκεντρώνει πολλές από τις τις μουσικές δυνάμεις του νησιού, καλώντας όμως και επισκέπτες μουσικούς από την Αθήνα. Με την (ηθική μόνον;) υποστήριξη και του δήμου αλλά και την οικονομική συμβολή κάποιων επαγγελματιών, και της ίδιας, κατάφερε να οργανώσει συναυλίες διαφόρων ειδών μουσικής. Όπως τζαζ στο καψάλι ( με την ίδια πρωταγωνίστρια), ρεμπέτικα στα Φράτσια ( με την Κυθηραϊκή κομπανία των ευρύτερα γνωστών Θ. Ζερλεντέ, Γαβρίλη, Μάϊκ και Κώστα), πειραματική ηλεκτρονική μουσική στον Καραβά ( με Πάνο Κουντάνη και Παναγιώτη Λευθέρη). Κορύφωση ήταν μια μεγάλη συναυλία – πανυγύρι στον Ποταμό στις 27 Ιουλίου όπου συμπεριέλαβε παρουσιάσεις από τα πνευστά της Φιλαρμονικής Ποταμού και την σχολή χορού της Μαρίας Τσίτουρα μέχρι ροκ συναυλία των κατά το ήμισυ Κυθηρίων Wedding Singers (Θ.Μαυρογιώργης – Λ. Κουντουρόγιαννης).

Είδαμε το Φεστιβάλ Μεσογειακής Μουσικής και Θεάτρου που οργάνωσε για άλλη μια χρονιά ο Πολυχώρος Ζείδωρος και ο Αλέξανδρος Χαρατζάς, το σημαντικότερο καλλιτεχνικό γεγονός της χρονιάς στα Κύθηρα κατά την γνώμη μας, να προσπαθεί να επιβιώσει με μισοάδειες κερκίδες. Εκεί, εκτός από τα σημαντικά ονόματα από την Αθήνα, είδαμε και την δική μας μετζο σοπράνο Εριφύλη Γιαννακοπούλου με την ομάδα της, Oper(ο) να τραγουδούν Τραβιάτα του Βέρντι (τα μεταφορικά της ομάδας ανέλαβε ο Δήμος), το σημαντικό ροκ συγκρότημα Modrec του επίσης δικού μας Λάμπη Κουντουρόγιαννη με τραγούδια από τον τελευταίο τους δίσκο και την αποθέωση της χειμερινής Κυθηραϊκής πρωτοβουλίας ( στα καλλιτεχνικά), την μη επιδοτούμενη (και αυτή) θεατρική ομάδα της Φωτεινής Παπαδοπούλου, στο σπονδυλωτό “Γυναίκες Μονολογούν”, με τους 10 μονολόγους, γραμμένους από τις ίδιες τις ερασιτέχνιδες ηθοποιούς, να ξεπερνούν σε επίπεδο και βάθος πολλές επαγγελματικές παραστάσεις.

Στα μουσικά είδαμε την αμιγώς Κυθηραϊκή και θαυμαστή χορωδία Κεύθος στα Μητάτα ενώ στα εικαστικά είδαμε τον νέο χώρο τέχνης του Γιώργου Τζάννε (Κάφκο) στην Χώρα όπου εκθέτει ο ίδιος, μαζί με τον Jens Gottstein και την Δάφνη Πετροχείλου. Στο Καψάλι είδαμε την ομάδα Kythiriscus (Δροσιά και Γεωργία Τσέρη, Μαρία Σχινά, Δάφνη Πετροχείλου και Pat Kaufman), να εκθέτει πίνακες γλυπτά και εγκαταστάσεις. Η Καρολίνα Ασλάνη με δύο εκθέσεις ζωγραφικής στο Καψάλι και την Χώρα μας έδειξε την τέχνη της τόσο στο μολύβι και την ακουαρέλα όσο και στην ελαιογραφία. Η Ολλανδή από το Πετρούνι Kathleen Jay μας παρουσίασε τις ακουαρέλες της στον Ποταμό όπως και η Βελγίδα Mie Van Cakenberghe από τα Καστρισσιάνικα. Στο καλλιτεχνικό σπίτι “Φως και Χώρος” στα Αρωνιάδικα παρουσίασαν την δουλειά τους εκτός από τις προηγούμενες δύο καλλιτέχνιδες και οι Frank van Hoorn, Caroline Klaassen και Γιώργος Μαγονέζος.

Όλοι οι παραπάνω, αλλά και πολλοί άλλοι, αποτελούν το δυναμικό του σύγχρονου πολιτισμού στα Κύθηρα. Αξίζουν να τους δοθεί η πρέπουσα σημασία.

catelouso@kytheriosmusic.com

Ποιος είναι;;

Του Παναγιώτη Λευθέρη

Ποιος είναι αυτός ο αντιπαθητικός ξένος, που θέλει να ανακατεύεται στις δουλειές μας; Και δεν έχω βέβαια τίποτα εναντίον των ξένων, «αλλά αυτός ο ξένος δεν είναι από εδώ» (René Goscinny, “Το δώρο του Καίσαρα”). Εμείς έχουμε τον δικό μας τρόπο να αντιμετωπίζουμε τις δημόσιες και ιδιωτικές μας υποθέσεις, και έρχεται αυτός ο μπουρζουάς, να σπείρει «καινά δαιμόνια» στον τόπο. Τι σημαίνει δηλαδή, ότι πρέπει να «ξεπεραστούν τα ιδιωτικά συμφέροντα προς χάριν του κοινού οφέλους»; Το «κοινό όφελος» δεν είναι τα ιδιωτικά συμφέροντα; Από πάππου προς πάππου γνωρίζουμε σ' αυτό τον τόπο, ότι ο «μάγκας» είναι αυτός που τα καταφέρνει «να την βγάζει καθαρή» και να βάζει και πέντε φράγκα στην τσέπη. Και επειδή είμαστε λίγοι και γνωριζόμαστε, σήμερα θα βολευτούμε εμείς, αύριο εσείς και ούτω κάθε εξής. Από την στιγμή που η οικογενειακή μας οικονομία πάει καλά, δεν ζητάμε τίποτα περισσότερο. Τι μας τσαμπουνά λοιπόν αυτός για πολιτισμό και κουραφέξαλα; Άμα θέλουμε πολιτισμό πάμε στο καφενείο, βλέπουμε ποδόσφαιρο πίνουμε καμιά μπύρα μιλάμε για το ψάρεμα ή το κυνήγι. Για κάποιους, αναγνωρίζω, αυτό δεν είναι αρκετό, αλλά και αυτοί βρίσκουν τρόπο και πνίγουν τον πόνο τους στο ποτό. Και τι ξέρει λοιπόν αυτός ο κύριος περισσότερο από εμάς; Λένε μερικοί ότι οργάνωσε την σπουδαιότερη και ομορφότερη έκθεση Κυθηραϊκού πολιτισμού που έχει γίνει ποτέ, σε ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία της πρωτεύουσας. Εγώ δεν πήρα χαμπάρι. Τι με νοιάζει τι γίνεται στην πρωτεύουσα; Εδώ έχουμε τις δικές μας εκδηλώσεις και τις δικές μας απόψεις περί τέχνης, που συνοψίζονται στο ότι κάτι είναι καλό, αρκεί αυτός που συμμετέχει να είναι συγγενής ή φίλος, και τότε ναι, να πάμε και να μοιράσουμε χαμόγελα και συγχαρητήρια, και αν έχει φαγητό και κρασί ακόμη καλύτερα. Λένε ακόμη, μερικοί που τον ξέρουν ποιο οικογενειακά, ότι είναι ένας γλυκύτατος άνθρωπος, σπουδαίος φίλος, που βοηθά τους νέους από την θέση που κατέχει στον χώρο του, χωρίς να γνωρίζει τι σημαίνει η λέξη «μέσον» και «ανταλλάγματα». Λένε ότι βοηθά, όχι επειδή τυχαίνει να «γνωρίζει» κάποιον, αλλά μόνο γιατί πιστεύει ότι «αξίζει» κάποιος, ακόμη και αν αυτός ο κάποιος έχει εκφραστεί εναντίον του, τον έχει κατηγορήσει και πολεμήσει, δεν ξέρει δηλαδή τι σημαίνει εμπάθεια. Θα με συγχωρήσετε, αλλά δεν πιστεύω τίποτα από δαύτα. Εγώ βλέπω έναν στριμμένο, που όπου σταθεί κι όπου βρεθεί μας κατηγορεί για το γούστο μας, για τον τρόπο που διασκεδάζουμε, για τον τρόπο που κάνουμε τις δουλειές μας, για τα σπίτια που χτίζουμε και για το κρασί που πίνουμε. Και το κάνει ο αφιλότιμος μπροστά στην μούρη μας. Καμία σχέση δηλαδή με το παραδοσιακό «θάψιμο», που ανθεί στον τόπο μας, που από μπροστά μοιράζουμε χαμόγελα και από κάτω «μαχαιρώνουμε», χωρίς καν να «μας πάρουν πρέφα». Καμία σχέση με το όμορφο και δημιουργικό κουτσομπολιό, που μπορείς να βγάλεις κάποιον «ελέφαντα» αν δεν τον συμπαθείς ή «σού ‘ χει κάνει κάτι». Τελευταία προσπαθεί να μας πείσει και ποιόν να ψηφίσουμε. Μήπως θέλει να ψηφίσουμε την αφεντιά του; Ούτε που ξέρουμε από που κρατά η σκούφια του, ούτε τον πατέρα του γνωρίζαμε, ούτε την μάνα του. Δεν έχει δηλαδή τα απαραίτητα προσόντα. Δεν έχει ούτε καν προσπαθήσει να υποκριθεί ότι είναι ένας από εμάς. Δεν μας υπόσχεται ότι θα μας διορίσει τον γιο ή την κόρη, ούτε ότι θα μας φτιάξει τον δρόμο στο χωράφι. Μα που πάει ο χριστιανός; Επειδή ξέρει δύο – τρία πράγματα από οργάνωση; Η μόνη «οργάνωση» που ξέρω εγώ είναι αυτή του κόμματος που ψηφίζω. Επειδή έχει δει και δύο τρία πράγματα παραπάνω, για το πως οργανώνεται μια αποτελεσματική πολιτεία, στου ξένους τόπους που εγύριζε, δεν σημαίνει ότι θέλουμε να μας τα εφαρμόσει και στον τόπο μας. Δεν μας αρέσουν οι αλλαγές και λατρεύουμε την μιζέρια μας, γιατί είναι δική μας. Ας πάει στα κομμάτια λοιπόν κι αυτός και οι όμοιοί του. Εγώ θα ψηφίσω τον ξάδερφο που του έχω υποχρέωση και ας μην ξέρει ντιπ από διοίκηση. Εδώ που τα λέμε ούτε γράμματα δεν ξέρει καλά καλά, αλλά είναι καλό παιδί, πάντα με την καλή κουβέντα στο στόμα. Και αν η καρέκλα είναι για την μόστρα της αναγνώρισης και μόνο, σιγά μην την δώσω στον στριμμένο.
catelouso@kytheriosmusic.com

« Όλοι τους είναι κλέφτες...»

του Παναγιώτη Λευθέρη

Σαν Έλληνας πολίτης. προσπαθώ να καταλάβω και εγώ, τι έφταιξε και φτάσαμε στο χείλος της οικονομικής καταστροφής. Προσπαθώ μέσα σε μία λέξη, να «κλείσω» όλο το πρόβλημα. Ψάχνω να βρω την μητρική αιτία, από την οποία προέκυψαν όλα. Ποτέ δεν θα ξέρω βέβαια, αν η λέξη αυτή, θα βρίσκεται όντως «στον πάτο» του προβλήματος, ή αν κάποια άλλη, θα βρίσκεται βαθύτερα και θα εξηγεί περισσότερα. Η λέξη που βρήκα σήμερα λέγεται «εμπιστοσύνη».
Είμαι σε θέση να ξέρω, τουλάχιστον για τα χρόνια της μεταπολίτευσης, ότι τόσο ο Έλληνας πολίτης, όσο και η Ελληνική πολιτεία, δεν εμπιστεύονται, γενικά, κανέναν. Ένα τυχαίο παράδειγμα που περιγράφει το πρόβλημα: Η ελληνική Σχολή Καλών Τεχνών είναι η μόνη στην Ευρώπη ( και ίσως στον κόσμο) όπου οι υποψήφιοι φοιτητές δεν εισέρχονται με βάση κάποιο φάκελο που να δείχνει την συνολική δουλειά τους, άλλα πρέπει να κλειστούν μέσα σε κάποιο εργαστήριο, για να «δημιουργήσουν», κάτω από το βλέμμα των εξεταστών τους. Το ενδεχόμενο, ο φοιτητής να εξαπατήσει την σχολή, φέρνοντας ψεύτικο φάκελο, θεωρείται τόσο πιθανό από όλους (εξεταστές και εξεταζόμενους), όπου για να απαλειφθεί, προτιμάται μια διαδικασία όπου, αποδεδειγμένα, δεν επιλέγει τους ικανότερους.
Σε μεγαλύτερο πλάνο τώρα, μπορούμε να δούμε συνολικά το χάλι του εκπαιδευτικού μας συστήματος, να οφείλεται σε αυτή την ίδια έλλειψη εμπιστοσύνης. Επιλέγεται μια παιδεία «παπαγαλίας», μόνο και μόνο γιατί έτσι είναι ευκολότερο στους κριτές να «αξιολογήσουν» τους εξεταζόμενους, μια «αξιολόγηση» όμως, που παρ’όλα αυτά, δεν επιλέγει τους καλύτερους και τους ικανότερους. Η ελληνική πολιτεία (και όλοι μας, που ανεχόμαστε αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα για χρόνια) δεν εμπιστεύεται ούτε τους δασκάλους, ούτε τους μαθητές ότι είναι ικανοί για κάτι, εκτός από το να την εξαπατήσουν. Αλλά ούτε και οι δάσκαλοι και οι μαθητές εμπιστεύονται την ελληνική πολιτεία, ότι θα είναι ποτέ ικανή, να φτιάξει νόμους όπου θα διορθώσουν τα προβλήματα, και προτιμούν το γενικό βραχυκύκλωμα, από την ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει.
Σε ακόμη μεγαλύτερο πλάνο, όλη η «θανατηφόρος» για την οικονομία και τους θεσμούς γραφειοκρατία οφείλεται στην ίδια έλλειψη εμπιστοσύνης. Το κράτος δεν εμπιστεύεται τον πολίτη και απαιτεί από αυτόν ένα τεράστιο όγκο διατυπώσεων και εμπόδια στις συναλλαγές μαζί του. Το κράτος δεν εμπιστεύεται ούτε τον υπάλληλό του, και απαιτεί από αυτόν, να ζητά αυτό τον όγκο διατυπώσεων από τον πολίτη, προκειμένου «να φαίνεται» ότι ο υπάλληλος δεν δωροδοκείται. Ούτε ο υπάλληλος εμπιστεύεται το «αφεντικό» του κράτος, αλλά και τον πολίτη, και αν δεν δωροδοκείται, συμπεριφέρεται ευθυνόφοβα στην εργασία του, επιδεικνύοντας ανικανότητα και εξοργιστική έλλειψη πρωτοβουλίας. Να μην μιλήσουμε καλύτερα για το πόσο ο πολίτης εμπιστεύεται το κράτος και τον υπάλληλο, απαιτώντας και αυτός, στο φινάλε, την τήρηση της βλαβερής γραφειοκρατίας, προκειμένου να μην πέσει θύμα κανενός. Μόνος κερδισμένος ο δωροδοκούμενος και ας είναι αυτός ( ειλικρινά το πιστεύω, γιατί θέλω να εμπιστεύομαι), η μειοψηφία.
Σε τελικό πλάνο, φτάνουμε και στην πολιτική. Εδώ ο όρος εμπιστοσύνη έχει διάφορες σημασίες. Δεν εμπιστευόμαστε τους πολιτικούς και το κράτος, αλλά εμπιστευόμαστε τον πολιτικό που θα μας κάνει κάποιο ρουσφέτι. Αυτός είναι ο ορισμός της «πελατειακής σχέσης» και ένα γιγάντιο σύστημα, έχει στηθεί γύρω από αυτή ακριβώς την διαδικασία. Ο πολιτικός είναι απλά το τελευταίο γρανάζι του συστήματος αυτού, αφού αν θέλει να έχει πολιτική καριέρα, πρέπει να κάνει διάφορες πελατειακές «διευκολύνσεις», ακόμη και αν δεν βάζει φράγκο στην τσέπη. Ούτως ή άλλως, αν πράξει το σωστό, κανείς δεν θα τον εμπιστευτεί ως ευυπόληπτο, και θα τον εκτιμήσει για αυτό. Όταν ζεις στην «ζούγκλα», στην γενική έλλειψη κανόνων δηλαδή, ο καθένας «είναι για το τομάρι του», και ευυπόληπτος είναι αυτός που καταφέρνει να επιβιώνει, έστω και με ανήθικους όρους. Ο πολίτης, μέσα στην γενική αυτή απουσία δικαίου που τον περιτριγυρίζει, προτιμά να κάνει την δουλειά του δωροδοκώντας (είτε με ψήφο, είτε με χρήμα), αδιαφορώντας αν το αίτημά του είναι δίκαιο ή άδικο, αφού δεν δείχνει να είναι αυτό το ζητούμενο. Αντιλαμβάνεστε βέβαια τον φαύλο κύκλο μέσα στον οποίο είμαστε κυριολεκτικά εγκλωβισμένοι....

Αυτήν την κατάσταση που περιγράφω την γνωρίζουμε όλοι χρόνια τώρα. Και αυτό που με πειράζει είναι η υποκρισία μας, να «καθαρίζουμε» των ευθυνών μας, βαφτίζοντας όλους τους πολιτικούς κλέφτες, υποσκάπτοντας τις βάσεις του δημοκρατικού μας συστήματος. Καλύτερα θα κάναμε, να αλλάζαμε αυτούς τους πολιτικούς που δεν μας αρέσουν, αντί να τους ξαναψηφίζουμε για να έχουμε κάποιον να κατηγορούμε.

Εκτός πλάνου τώρα, στα Κύθηρα τον Νοέμβριο έχουμε δημοτικές εκλογές. Πρέπει οι πολίτες να διαλέξουμε αν θα κινηθούμε με τον παραπάνω νοσηρό τρόπο ή αν θα επιβραβεύσουμε την εμπιστοσύνη στην αξιοκρατία. Να εμπιστευτούμε για μια φορά τον ικανότερο, ακόμη και αν δεν είναι αυτός που συμπαθούμε, ο φίλος μας ή ο συγγενής μας. Αλλά πρέπει πάνω απ’όλα να εμπιστευτούμε τους εαυτούς μας, ότι είμαστε ικανοί για κάτι καλύτερο.
Αν είχα τον τρόπο, θα ζητούσα από τους πολίτες, να μην κατηγορούν κανέναν, χωρίς να μπορούν να αποδείξουν τις κατηγορίες, επειδή έτσι σπέρνουν την ανυποληψία και τον φόβο. Ας τυλίξουμε με εμπιστοσύνη αυτούς στους οποίους δώσαμε την άδεια να μας κυβερνούν, και αν έχουμε κάτι εναντίον τους, να το καταγγείλουμε επώνυμα, ώστε αυτή η άδεια να αρθεί. Αυτό δεν λέγεται ρουφιανιά, λέγεται υπευθυνότητα. Και αν είχα τον τρόπο, θα ήθελα να πληροφορήσω δημόσια τους διοικούντες τα κοινά και τους υποψήφιους να διοικήσουν (αν και μάλλον το γνωρίζουν), ότι ο κόσμος δεν εμπιστεύεται την ηθική τους, τους υποστηρίζουν κυρίως όσοι αποσκοπούν στο ατομικό και όχι στο κοινωνικό όφελος, και ότι πρέπει κάτι να κάνουν για αυτό. Να μην δίνουν αφορμές, με τις πράξεις και τα έργα τους, για αρνητικό σχολιασμό και να απαντούν άμεσα και δυναμικά στις διάφορες «βρώμες» που κυκλοφορούν, γιατί η σιωπή τους, φαίνεται σαν ενοχή. Και μην ξεχνάμε, οι μόνοι που ωφελούνται από το διαδεδομένο στις μέρες μας «όλοι τους είναι κλέφτες», είναι οι πραγματικοί κλέφτες.

catelouso@kytheriosmusic.com

Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Βάλτε τα “σκυλάδικα” στις τάξεις!!!

Του Παναγιώτη Λευθέρη

25η Μαρτίου 2010. Μετά από 26 χρόνια ξαναμπαίνω για πρώτη φορά σε σχολικό λεωφορείο των Κυθήρων. Νοσταλγία και αναμνήσεις από φευγάτη νεότητα. Τότε και τώρα, προς χάριν της μόρφωσης έπρεπε ένα τσούρμο μαθητές να κλεινόμαστε σαν τα κοτόπουλα για 2 ώρες την ημέρα στις λαμαρίνες του οχήματος. Και βέβαια όπως τότε, έτσι και τώρα, οι αγαπητές και φιλόξενες φατσούλες των μαθητών βρίσκουν τρόπο με τον χαβαλέ να γράφουν μια άλλη παράλληλη σχολική ιστορία.

Έχουμε όμως και την μουσική… “Αναγκαστική ακρόαση”, όπως λέμε “αναγκαστική εισπνοή” για χώρους που ενώ απαγορεύεται γαμώτο, καπνίζουν. Από μαθητής ήμουν κατά του φασισμού να ακούγονται κωλομουσικές στο λεωφορείο. Όντας όμως πάντα μειοψηφία, βυθίστηκα στην θέση μου σιωπώντας. Στα μεγάφωνα του λεωφορείου, "λαϊκοποπ" άσματα, κατάλληλα μάλλον για να διασκεδάζουν νεόπλουτους μεσήλικες σε κιτς πολυτελή κέντρα διασκέδασης στην πόλη, παρά να συνοδεύουν καθημερινά για δύο ώρες τρυφερούς νέους στην μορφωτική τους διαδικασία. Και ποια “μορφωτική διαδικασία” δηλαδή… Εννοούμε όλα αυτά που τα παιδιά πιστεύουν ότι αφορούν άλλους. Ενώ η μουσική, νομίζουν (παιδιά είναι), ότι είναι κάτι δικό τους. Απόδειξη ότι κανείς από τους “δυνάστες” τους (τρόπος του λέγειν, μην παραπονιέστε παρακαλώ) καθηγητές ή γονείς δεν ενδιαφέρεται για το τι ακούν κάθε μέρα στο λεωφορείο τα παιδιά τους. Ποιος γνωρίζει στη σημερινή Ελλάδα ότι η μουσική είναι μόρφωση (εκτός από διασκέδαση) και αξίζει να γνοιαστεί κάποιος για αυτή; Η πολιτεία πάντως το αγνοεί πολλά χρόνια τώρα. Για αυτό είμαστε και η μόνη χώρα στον πολιτισμένο κόσμο που δεν έχει ακαδημία μουσικής (ή κινηματογράφου ή χορού ή θεάτρου κ.τ.λ.). Αν για παράδειγμα κάποιο από τα παιδιά του λεωφορείου θα ήθελε να αποκτήσει κάποτε ένα πανεπιστημιακό πτυχίο στο βιολί (λέμε τώρα, που να μάθει βιολί στα Κύθηρα) και δεν του φτάνουν τα χρήματα για να πάει στην Γερμανία ή στην Αγγλία, μπορεί αν θέλει να πάει στην Τουρκία ή στην Αλβανία. Στην Ελλάδα πάντως δεν μπορεί.

Πίσω στο λεωφορείο τώρα, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου νομίζω ότι ονειρεύτηκα ότι κάποιος σύλλογος διδασκόντων ή γονέων ως εκ θαύματος αποφάσισε να επιληφθεί του ζητήματος και ρωτούσε εμένα ως “ειδικό” να τους πω τι μουσική μπορεί να συνοδεύει τα παιδιά στο σχολείο ( ή όπως λέμε στο απόσπασμα). Νομίζω ότι το 4΄33΄΄του John Cage σε λούπες θα ήταν η καλύτερη επιλογή γιατί αν, από φασιστική παρόρμηση, επέλεγα κάποια μουσική που να ακούγεται, για παράδειγμα του Μπαχ (του Ιωάννη – Σεβαστιανού, όχι των άλλων) είναι βέβαιο ότι τα παιδιά θα συχαινόντουσαν τον Μπαχ. Γιατί βέβαια ανάμεσα στον Μπαχ και στην Βίσση δεν υπάρχει τίποτε ενδιάμεσο οπότε τα μίντια θεωρώντας ότι ο Μπαχ είναι βαρύς μας λούζουν νυχθημερόν με την Βίσση και τους επιγόνους της. Άλλωστε στα μίντια υπάρχουν και “τα φράγκα” ενώ η εκπαίδευση έχει μόνον μισθοδίαιτους δημόσιους υπαλλήλους. Άσε λοιπόν τα μίντια να αποφασίζουν για τι μουσική θα παίζεται στο λεωφορείο. Τα μίντια έχουν μαγικές δυνάμεις. Διαμορφώνουν γούστα όπως διαμορφώνουν συνειδήσεις. “Φτιάχνουν” το προϊόν και το έχεις “καταναλώσει” χωρίς καν να το καταλάβεις. Κάνουν τα παιδιά να πιστεύουν ότι είναι cool συμμετέχοντες στο παγκόσμιο σήμερα ενώ στην πραγματικότητα τα βυθίζουν στον άκρατο επαρχιωτισμό (όχι γεωγραφικό βέβαια) από τον οποίο, ίσως τελικά, να μην καταφέρουν να ξεφύγουν. Και έτσι τα αφήνουν καταδικασμένα να μην συναντηθούν ποτέ, με τον θησαυρό που βρίσκεται δίπλα τους, όπου για να τον έβλεπαν, αρκεί να κοίταζαν μακριά από τον βόθρο. Θησαυρός, όχι μόνο γιατί εμπεριέχει a – priori γνωστική αξία, άλλα γιατί θα μπορούσαν με την επαφή μαζί του να κάνουν τις ζωές τους πολύ πιο ενδιαφέρουσες.

Ερώτηση πριν από τον ύπνο: Πως να ξεφορτωθούμε τα “σκυλάδικα” από το λεωφορείο;
Απάντηση: Μοναδική λύση είναι να διδάσκονται υποχρεωτικά (ναι τα “σκυλάδικα”) μέσα στις τάξεις! Η εκπαίδευση είναι η μοναδική δύναμη που μπορεί να εξουδετερώσει σήμερα την δύναμη των μέσων ενημέρωσης!

Μετά από το φοβερό αυτό συμπέρασμα, αποκοιμήθηκα τελείως και επειδή τα όνειρά μου είναι το ίδιο άναρχα και αδόμητα με τις σκέψεις μου, ονειρεύτηκα κάποιες άσχετες ερωτήσεις:

Τελικά είναι δυνατόν τα τραγούδια και οι μουσικές που παίζονται στα περισσότερα ραδιόφωνα, τηλεοράσεις και κέντρα διασκέδασης να έχουν κάποια σχέση με την οικονομική κρίση;
Μπορούμε να βγάλουμε κάποιο συμπέρασμα για το οικονομικό μας χάλι, από το καλλιτεχνικό προϊόν που προτιμά να καταναλώνει η φωνασκούσα πλειοψηφία στη σύγχρονη Ελλάδα;
Μήπως η τρέχουσα οικονομική κρίση βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με μια άλλη πολιτιστική κρίση, η οποία, παρότι δεν μιλά κανείς ιθύνων για αυτή, ουσιαστικά ροκανίζει εδώ και πολλά χρόνια τις συνεκτικές δομές αλλά και το ηθικό υπόβαθρο της κοινωνίας μας; Χαρακτηριστικά που σίγουρα έχουν σχέση και με την οικονομία.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ή μάλλον από το τέλος.

25η Μαρτίου 2010. Μετά από 26 χρόνια ξαναμπαίνω για πρώτη φορά σε σχολικό λεωφορείο των Κυθήρων. Νοσταλγία και αναμνήσεις από φευγάτη νεότητα….

Παιδικές συμπεριφορές

Το πιο επικίνδυνο παράγωγο της οικονομικής κρίσης που μας πολιορκεί δεν είναι η πείνα. Είναι η μισαλλοδοξία, που στην κυριολεξία τρέφεται από τέτοιες καταστάσεις και γιγαντώνεται. Μην ξεχνούμε τι έγινε στην Γερμανία πριν λιγότερο από έναν αιώνα. Μια βαθιά οικονομική ύφεση γέννησε τον ναζισμό. Ένα ολόκληρο έθνος πίστεψε στο παραμύθι ότι κάποιος άλλος ευθύνεται για το χάλι του και πριν ακόμη αυτοκαταστραφεί, έριξε στην πυρρά έξι εκατομμύρια αθώους Εβραίους. Στις μετέπειτα εποχές βλέπουμε πάντα την μισαλλοδοξία να κυριαρχεί κάθε φορά που η μιζέρια καταβάλει τις κοινωνίες των ανθρώπων. Φονταμενταλισμοί, εκκαθαρίσεις, γενοκτονίες, εκτοπισμοί, κοινωνικές διακρίσεις, ξενοφοβίες, ομοφοβίες και ρατσισμοί, σε όλα τούτα κινητήριος δύναμη ή απαραίτητη συνθήκη, είναι αυτή, η ανθρώπινη προκατάληψη που εξελίσσεται σε μίσος, για το διαφορετικό. Είναι η αδυναμία που έχει ο άνθρωπος να καταλάβει και να αναλάβει την ευθύνη για αυτά που του συμβαίνουν και η προσπάθειά του να την ρίξει στις πλάτες κάποιου άλλου, συνήθως πιο αδύναμου. Όπως ακριβώς κάνουν και τα παιδιά στο παιχνίδι τους.

Μπορεί κάποιος να χαρακτηρίσει αυτές τις καταστάσεις ακραίες, δεν είναι όμως έτσι. Νωπές είναι ακόμη οι μνήμες του εμφυλίου πολέμου που στοίχισε στην χώρα μας ακόμη περισσότερη δυστυχία και από αυτόν τον μεγάλο πόλεμο. Στα Κύθηρα τα σημάδια του είναι ακόμη εμφανή και οι γονείς μας που τον έζησαν, τίποτα δεν μπορούν να εξηγήσουν. Καμία “διαφορά πολιτικών συστημάτων” ή “εμπλοκή ξένων δυνάμεων” δεν είναι δυνατόν να εξηγήσει πως μπορείς να φτάσεις στο σημείο να σφάζεις τον συμπατριώτη σου, τον γείτονά σου, τον φίλο σου ή τον αδελφό σου. Επειδή “ήταν κουμουνιστής” ή επειδή “ήταν δεξιός”. Μόνο η σκοτεινή ανθρώπινη εμπάθεια που τρέφεται από την μισαλλοδοξία, η οποία πείθει ότι κάποιος άλλος “φταίει για όλα”, μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο να στραφεί κατά του ανθρώπου με τόσο μίσος.

Γιατί όμως ένοιωσα την ανάγκη να τα γράψω σήμερα όλα αυτά; Κινούμενος σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης στο internet, όπου ανθεί μια άλλη τσιριγώτικη κοινωνία ανταλλάσσοντας αστεία, αποφθέγματα, παιχνίδια, τραγούδια, βιντεάκια και άλλα πολλά, έπεσε στην αντίληψή μου και ένα γκρουπ νοσταλγών του δικτάτορα Παπαδόπουλου με χιλιάδες μέλη, κυρίως νέα παιδιά που ούτε καν γνώρισαν την δικτατορία. Ένοιωσα ένα ξύπνημα μέσα μου, ακούγοντας την μισαλλοδοξία να μου χτυπά την πόρτα. Αναρωτήθηκα πως δεν τον είχα σκεφτεί πιο πριν, ότι όλη αυτή η απαξία του πολιτικού μας συστήματος που πλημμυρίζει τα τηλεοπτικά κανάλια σε καθημερινή βάση θα οδηγούσε πολλούς ανθρώπους προς την συμπάθεια αυταρχικών και απολυταρχικών λύσεων. Και μη έχοντας που αλλού να στραφούν, οι εν λόγω συμπολίτες μας, στρέφονται προς το κοντινό παρελθόν και θαυμάζουν μια διακυβέρνηση “δια του φόβου”, θλιβερών και ανίκανων δικτατόρων που περιθωριοποίησαν την Ελλάδα και “χάρισαν” την μισή Κύπρο στους Τούρκους.

Και βέβαια γιατί να μην σκέπτονται έτσι αφελώς επικίνδυνα αυτοί οι νέοι συμπολίτες μας; Τι μπορεί να ανακόψει τέτοιου είδους σκέψεις και συμπεριφορές; Είμαστε μάλλον μια πολιτεία ανθρώπων που λαμβάνει αποφάσεις με βάσει το συναίσθημα και λιγότερο με την λογική. Μεγαλώνουμε με μια εκπαίδευση από το σπίτι και το σχολείο που μας πείθει ότι είμαστε οι πιο ωραίοι και οι πιο έξυπνοι. Και όταν αποτύχουμε στη ζωή μας ή στην κοινωνία μας θα ρίξουμε αλλού το φταίξιμο. Στους Ευρωπαίους και Αμερικάνους γιατί δεν μας εκτιμούν όσο πρέπει και μας πολεμούν, στους μετανάστες γιατί έρχονται να μας φάνε το ψωμί, στους Μουσουλμάνους και τους Εβραίους γιατί είναι επικίνδυνοι φονταμενταλιστές και θέλουν να κυριαρχήσουν , στους ομοφυλόφιλους γιατί δεν είναι “φυσιολογικοί” όπως εμείς, στα λαμόγια που είναι όλοι εκτός από εμάς και στους πολιτικούς που ενώ ξέρουμε ότι είναι διεφθαρμένοι τους ξαναψηφίζουμε στις επόμενες εκλογές. Παράλογος ο “καμβάς”; Όσο παράλογη είναι και η σκέψη μας. Και μετά τι; “Πού σαι ρε Παπαδόπουλε να βάλεις τάξη! Βάλε μια σκούπα να τους μαζέψεις όλους και θα βοηθήσουμε και εμείς! Όσοι διαφωνούν στην πυρρά!”

Φίλοι μου, του εν λόγω γκρουπ κοινωνικής δικτύωσης, την ιστορία διαδέχονται περίοδοι τάξης και αταξίας. Το να βάζεις κάποιον να σου στερεί τον λόγο και την ελευθερία στο όνομα της τάξης έχει αποδειχθεί ότι είναι και απάνθρωπο και αποτυχημένο σύστημα.
Και αγαπητοί μου συμπατριώτες, με χίλιους - δύο χιλιάδες οικονομικούς μετανάστες στα Κύθηρα να προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε με αξιοπρέπεια την οικονομική κρίση χωρίς “παιδικές συμπεριφορές”.

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

Τσικνοπέμπτη VS πολιτιστικές εκδηλώσεις του Δήμου

Του Παναγιώτη Λευθέρη

Στην εφημερίδα Κυθηραϊκά, στο φύλλο του Φεβρουαρίου, το γραφείο τύπου του Δήμου μας έδωσε (και καλά έκανε) μια λίστα με τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που χρηματοδοτήθηκαν την χρονιά που πέρασε μαζί με το ποσόν που κόστισε η κάθε εκδήλωση. Στο άρθρο που ακολουθεί, θα επιχειρηθεί στο βαθμό που πιστεύουμε ότι είναι εφικτό, μια ποιοτική και ποσοτική σύγκριση του πολιτιστικού προσανατολισμού των εκδηλώσεων αυτών με το ανέξοδο θεατρικό της «Τσικνοπέμπτης» που παρουσιάστηκε και πάλι εφέτος στον Κυθ. Σύνδεσμο στις 4 Φεβρουαρίου.

Απ ότι μας πληροφορεί ο δήμος, τη χρονιά που πέρασε δόθηκαν 38145,49 ευρώ για χρηματοδότηση εννέα (9) πολιτιστικών δρώμενων στο νησί. Μέσα στις εκατοντάδες χιλιάδες του πιθανού γενικού προϋπολογισμού το ποσόν αυτό είναι μικρό. Παρ' όλα αυτά σε ένα επίσης μικρό δήμο σαν των Κυθήρων ένα τέτοιο ποσό θα έπρεπε κατά τη γνώμη μας να φτάσει για χρηματοδότηση τουλάχιστον άλλων τόσων εκδηλώσεων. Τι μπορεί να συμβαίνει;
Πιστεύω ότι υπάρχει πάντα μια αμηχανία στους διοικούντες (όχι μόνο στα Κύθηρα) για το αντικείμενο «πολιτισμός». Καλά όταν μιλάμε για αρχαίο Ελληνικό ή για λαϊκό πολιτισμό αλλά όταν φτάνουμε στο σήμερα και πρέπει να αντιμετωπιστούν έννοιες όπως σύγχρονη τέχνη, μουσική, χορός, θέατρο, κινηματογράφος, φωτογραφία, εικαστικά, οι διοικούντες συνήθως «σηκώνουν τα χέρια ψηλά». Πρώτον γιατί συνήθως αυτοί οι χώροι δεν ανήκουν στην σφαίρα των ασχολιών τους για να μην πούμε των ενδιαφερόντων τους. Δεύτερον γιατί η εκτίμηση αισθητικών πραγμάτων που δεν έχουν δοκιμαστεί στον χρόνο είναι δύσκολη, είναι θέμα γούστου και θέλει κάποια γνώση του αντικειμένου. Τρίτον γιατί συγκριτικά τα ποσά που εμπλέκονται είναι μικρά αλλά όπως φαίνεται, η κριτική είναι έντονη.
Οι λύσεις που καταφεύγουν λοιπόν οι διοικούντες για να ξεπεράσουν τον σκόπελο «πολιτισμός» είναι οι εξής:
α) Αν υπάρχει δημοτικός πολιτιστικός οργανισμός πετάνε το «μπαλάκι» σε αυτόν, διορίζουν διευθυντή κάποιο πρόσωπο της εμπιστοσύνης τους και δεν επανέρχονται παρά μόνο αν, όπως συμβαίνει συνήθως, λόγω της κακοδιαχείρισης έχει «φεσωθεί» ο δήμος ένα σημαντικό ποσό.
β) Αν δεν έχει φροντίσει να έχει ο δήμος κάποιον πολιτιστικό οργανισμό, όπως στα Κύθηρα, την ευθύνη της οργάνωσης των πολιτιστικών δρώμενων και της διάθεσης των χρημάτων παίρνουν κάποιοι δημοτικοί σύμβουλοι οι οποίοι με την σειρά τους ρίχνουν το «μπαλάκι» σε κάποιους δημοτικούς υπαλλήλους στων οποίων το γούστο και τις γνώσεις βασίζεται η ποιότητα και η ποσότητα των εκδηλώσεων. Αν αυτοί οι υπάλληλοι δεν έχουν τέτοιες γνώσεις και γούστο, όπως και δεν οφείλουν τελικά, βάση των προσόντων με τα οποία προσελήφθηκαν, τότε είτε αυτοσχεδιάζουν προσπαθώνταςς να παίξουν ανεπιτυχώς τον ρόλο του «γκουρού» των πολιτιστικών, είτε βαδίζουν στα τυφλά πέφτοντας θύματα πανέξυπνων μάνατζερ εμπορικών καλλιτεχνών στην Αθήνα οι οποίοι καραδοκούν τα καλοκαίρια να εξασφαλίσουν ένα μέρος από την «πίτα» του προϋπολογισμού για τα πολιτιστικά των Δήμων της περιφέρειας.

Πως θα έπρεπε λοιπόν να προσανατολισθούν οι υπεύθυνοι περί των πολιτιστικών στα Κύθηρα;
Ας δούμε ένα παράδειγμα υψηλού επιπέδου πολιτιστικής εκδήλωσης τον χειμώνα και να εξηγήσουμε τη σημασία της.

Το θεατρικό της Τσικνοπέμπτης έχει γίνει θεσμός τις τελευταίες δεκαετίες. Η δυναμική και οι αρετές του εκπλήσσουν τον παρατηρητή της ζωής στο νησί. Κατ' αρχάς κάποιοι φίλοι και συχωριανοί αποκαλύπτουν ένα εκπληκτικό ταλέντο που όλες τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου μένει αδρανές. Έπειτα αυτή την ικανότητα συνεργασίας και συντονισμού δεν την συναντάς εύκολα στα τσιριγώτικα πράγματα. Ειδικά η καλλιτεχνική συνύπαρξη, με ίσους όρους, παιδιών από το σχολείο και παλαιότερων, ξεπερνά τα όρια των πατερναλιστικών μας συνηθειών.
Γνωρίζοντας ότι ζούμε στο νησί της αμείλικτης, ανώνυμης και κατά το πλείστον ανυπόστατης φημολογίας για τα πάντα, έχω την αίσθηση ότι το θεατρικό αυτό λειτουργεί σαν βαλβίδα ασφαλείας προς αυτό το επιβλαβές χαρακτηριστικό μας. Για μοναδική φορά όλα λέγονται κατά πρόσωπο, επωνύμως και με ειλικρίνεια. Ο πολιτικός και κοινωνικός προβληματισμός συνυπάρχει με τον χαβαλέ, το χιούμορ είναι καυστικό και ο σαρκασμός περισσεύει. Παρ' όλα αυτά οι αποδέκτες ( κυρίως οι δημοτικοί μας άρχοντες) προς τιμήν τους είναι εκεί και χωρίς φόβο αποδέχονται, όπως οφείλουν, την αμείλικτη λαϊκή κριτική. Όλα αυτά μου θυμίζουν υγιή κοινωνία και ασφαλή πολιτεία. Στο καθαρά καλλιτεχνικό μέρος τώρα, απολαύσαμε ένα θεατρικό δρώμενο όπου η συλλογική δημιουργία του και ο σπονδυλωτός χαρακτήρας του έδωσαν χώρο να συνυπάρξουν αφαιρετικές μορφές του σύγχρονου θεάτρου (όπως το σκετς με τη γραβάτα και το κράνος του Δημήτρη Λεβέντη) με το γνήσιο λαϊκό, παραδοσιακό θέατρο (όπως το σκετς με την γριούλα του Δημήτρη Μαρσέλλου).
Τι είναι όμως αυτό που έχει η παραπάνω εκδήλωση, η οποία οργανώθηκε από το μεράκι των συμμετεχόντων, που στερούνται οι εκδηλώσεις που χρηματοδότησε ο δήμος το 2009;

Πιστεύουμε πρώτα απ' όλα ότι είναι το ντόπιο δυναμικό της και η ικανότητα αλληλεπίδρασης που διαθέτει.Από τον προαναφερθέντα προϋπολογισμό μόνο 7667 ευρώ, ποσοστό 20% δόθηκε για χρηματοδότηση εκδηλώσεων που αφορούν Κυθήριους καλλιτέχνες και Κυθηραϊκά δρώμενα ( καρναβάλι Ποταμού, συναυλία Τσολάκου και Χριστουγεννιάτικη εκδήλωση του Δήμου). Και παρ' ότι η ανάδειξη τοπικού πολιτισμού θα έπρεπε να είναι πρώτος στόχος του συγκεκριμένου προϋπολογισμού. Μήπως φίλοι μου νομίζετε ότι ο Κυθήριος καλλιτέχνης επιβάλλεται να είναι ερασιτέχνης και να προσφέρει δωρεάν (για να μην παρεξηγηθεί) το «άχρηστο προϊόν» του και συγχρόνως τον καλύτερο εαυτό του; Ας τα δώσουμε λοιπόν στον επιτήδειο από την Αθήνα που παρ' ότι προσφέρει κάτι παρεμφερές με το, τσάμπα, δικό μας, όλο και κάτι περισσότερο θα ξέρει και κανείς δεν θα μας κατηγορήσει ότι τα δώσαμε σε «φίλους μας». Θυμίζω ότι 9365,30 ευρώ δηλαδή 24,5% του προϋπολογισμού δόθηκαν σε ομάδες από την Αθήνα για δύο παραστάσεις Καραγκιόζη και δύο συναυλίες με ρεμπέτικα. Ο υπεύθυνος για τα πολιτιστικά με αυτά τα χρήματα θα μπορούσε να ανιχνεύσει, να οργανώσει και να υποστηρίξει τις τοπικές καλλιτεχνικές δυνάμεις, που όπως αποδεικνύει και η Τσικνοπέμπτη περισσεύουν στο νησί.

Δεν οφείλει όμως ο Δήμος να προσκαλεί καλλιτέχνες και εκδηλώσεις για να ενημερώνει και να μορφώνει (όχι απλά να ψυχαγωγεί) τους Κυθήριους; Σωστά! Με την προϋπόθεση να επιλέγουμε εμείς, σαν Δήμος, με γνώση και με κριτήρια και όχι να μας επιλέγουν λόγω της αφέλειάς μας. Όχι απλά να «τα δίνουμε» στον Αθηναίο μάνατζερ για να περηφανευόμαστε και μόνο ότι καταφέραμε να φέρουμε τον «τάδε διάσημο» στα Κύθηρα. Το έψαξε κανείς αν ο «τάδε διάσημος» σε περιόδους κρίσης θα ερχόταν και με τα μισά λεφτά; Δεν θα μπορούσε η συναυλία του να είναι αυτοχρηματοδοτούμενη από εισιτήρια αφού είναι «διάσημος»; Γιατί ιδιώτες οργανωτές έφεραν το καλοκαίρι τον Σωκράτη Μάλαμα βγάζοντας και κέρδος από τα εισιτήρια και ο φορολογούμενος πρέπει να πληρώσει 7140 ευρώ για την συναυλία της Ελένης Τσαλιγοπούλου; Με τα λεφτά που ήρθε ο «διάσημος» δεν θα μπορούσαν να οργανωθούν τρεις ή πέντε εκδηλώσεις με όχι τόσο «διάσημους» αλλά όμως σημαντικούς καλλιτέχνες, με των οποίων το έργο δεν θα είχε άλλη ευκαιρία να έλθει σε επαφή ο Τσιριγώτης;
Η παράσταση της Τσικνοπέμπτης είναι από τις ελάχιστες πολιτιστικές εκδηλώσεις που γίνονται μέσα στο χειμώνα. Πάντα σύμφωνα με τον πίνακα του Δήμου, το 92.7% του προϋπολογισμού δόθηκε για καλοκαιρινές εκδηλώσεις. Τον Χειμώνα δεν χρειαζόμαστε πολιτισμό; Απ' ότι φαίνεται όμως, είναι τότε που τον χρειαζόμαστε. Η έλλειψη πολιτιστικού σχεδιασμού για τον χειμώνα αποδεικνύει και αυτή την, κατά τη γνώμη μας, διαχρονική νοοτροπία των περισσότερων διοικούντων στην Ελλάδα που πιστεύουν ότι οι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις είναι μόνο για την προβολή και για τον τουρισμό και όχι για το καλό της κοινωνίας και την ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου της.

Η παράσταση της Τσικνοπέμπτης ανέδειξε τη σημασία της τέχνης του θεάτρου, της τέχνης με τις πιο βαθιές ρίζες στην Ελλάδα και της ευχέρειας που έχει να περικλείει και άλλες τέχνες όπως την ποίηση, την μουσική, τα εικαστικά καi τον χορό. Επανερχόμενος τώρα στον προϋπολογισμό του Δήμου για τα πολιτιστικά, θέλω να επισημάνω ότι το 65% των χρημάτων δόθηκε για αμιγώς μουσικές εκδηλώσεις οι οποίες μάλιστα είχαν σχέση αποκλειστικά με το Ελληνικό τραγούδι. Ερώτηση: αυτό συνέβη επειδή δεν χρειαζόμαστε τα άλλα είδη μουσικής και τις άλλες τέχνες ή μήπως γιατί οι μάνατζερ μερικών «διάσημων» πλην παρηκμασμένων τραγουδοποιών είναι πιο δραστήριοι από τους, ερασιτέχνες στην επικοινωνία, εκπροσώπους μικρών και φθηνών ομάδων που θα μπορούσαν να προσφέρουν μια ολοκληρωμένη καλλιτεχνική πρόταση για το νησί;

Η παράσταση της Τσικνοπέμπτης έδειξε ότι στο νησί υπάρχει δίψα για δημιουργική απασχόληση και πολλά από τα άτομα που μας έδειξαν το ταλέντο τους ήταν παιδιά. Θυμήθηκα τα μαθήματα εικαστικών και θεάτρου που είχε οργανώσει πέρυσι ο Δήμος. Απ' ότι φαίνεται είχαν μηδενικό κόστος γιατί δεν περιλήφθηκαν στην περίφημη λίστα των πολιτιστικών εξόδων, όπως και κανένα άλλο έργο καλλιτεχνικής υποδομής και εκπαίδευσης. Αφού δεν είχε κόστος, γιατί λοιπόν μια τόσο καλή ιδέα δεν υλοποιήθηκε και φέτος; Εκλιπαρούμε τον Δήμο να κάνει κάτι για την καλλιτεχνική εκπαίδευση των παιδιών μας γιατί δεν υπάρχει σχεδόν καμιά εναλλακτική λύση, ειδικά για όσους δεν μπορούν να πληρώσουν για κάτι τέτοιο. Τη σημασία μιας τέτοιας κίνησης την έχουμε αναλύσει και θα την αναλύσουμε και στο μέλλον.

Αυτά και άλλα πολλά τα ρωτάω με θετική διάθεση προς χάριν του να διορθωθεί κάτι στον χώρο του πολιτισμού. Η εκάστοτε πολιτεία όταν προσφέρει ψυχαγωγία στους πολίτες της πρέπει να περιλαμβάνει, κατά τη γνώμη μου, έννοιες όπως μύηση, μόρφωση και υποδομές και όχι «άρτο και θεάματα». Και οφείλει να οργανωθεί προς αυτή την κατεύθυνση.

Το αυγό του φιδιού

Από την επικαιρότητα: «Αρχίζει η συζήτηση στη βουλή επί του νομοσχεδίου για χορήγηση ιθαγένειας και πολιτικών δικαιωμάτων στους μετανάστες 2ης γενιάς. Η ΝΔ και ΛΑΟΣ αναμένεται να τηρήσουν ‘σκληρή γραμμή’...».

Απορία, ανακούφιση, ντροπή και τρόμος!

Απορία γιατί να θεωρούμε «μετανάστες» ανθρώπους που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και ζουν σε τούτη δω την χώρα, φοίτησαν την εκπαίδευσή της, μιλούν (χωρίς ξένη προφορά) και γράφουν την επίσημη γλώσσα της, δηλώνουν Έλληνες και θέλουν να είναι Έλληνες. Γιατί να θεωρούνται «μετανάστες» άνθρωποι που δεν γνώρισαν άλλη χώρα από την Ελλάδα και που πιθανώς δεν γνωρίζουν άλλη γλώσσα από τα Ελληνικά; Έχουν μήπως κάτι ανιχνεύσιμο στο αίμα που τους ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους ή μήπως φταίει ότι το όνομά τους δεν ακούγεται σωστό; Φταίνε αυτοί που οι γονείς τους άφησαν τον τόπο τους για μια καλύτερη ζωή ώστε τα παιδιά τους να γεννηθούν στην Ελλάδα; Αρκεί αυτό για να τους κολλήσει η μάλλον υποτιμητική ταμπέλα «μετανάστης» ενώ ουδέποτε έχουν μεταναστεύσει από οπουδήποτε; Πρόκειται για κάποιου είδους εκδίκηση επειδή οι γονείς τους ήλθαν «να μας φάνε το ψωμί» ή μήπως υποφέρουμε από υπερπληθυσμό και αρνούμαστε την ελληνική ιθαγένεια σε κάποιους από τους γείτονες, συμμαθητές και συμπολίτες μας; Γιατί αυτή την ιθαγένεια να την δικαιούνται Αυστραλοί, Αμερικάνοι, Γερμανοί, Ρωσοπόντιοι που πολλές φορές ούτε την γλώσσα γνωρίζουν ούτε στην χώρα έχουν μείνει ή σκοπεύουν να μείνουν, μόνο και μόνο επειδή κάποιος γονιός, παππούς ή προπάππος τους είχε Ελληνικό όνομα, και αρνείται η πολιτεία τόσα χρόνια αυτό το δικαίωμα σε παιδιά που δεν γνώρισαν άλλο τόπο; Τέλος σε τι έχασαν παλιότερα οι μεγάλες χώρες που αγκάλιασαν τα παιδιά των Ελλήνων μεταναστών ως ισότιμους πολίτες τους και φοβάται να κάνει το ίδιο και η Ελληνική πολιτεία;

Ανακούφιση γιατί “κάλιο αργά πάρα ποτέ”. Μια από τις περιπτώσεις, σπάνιες δυστυχώς, που η πολιτεία αφουγκράζεται την πραγματικότητα, προσαρμόζει και εκσυγχρονίζει τους νόμους. Έτσι θα πάψουμε και εδώ στα Κύθηρα να βλέπουμε αυτή την αδικία να συντελείται δίπλα μας. Όσοι από εμάς έχουν συμμετάσχει στην εκπαίδευση,γνωρίσαμε αυτά τα παιδιά από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, τα είδαμε να λένε το ποίημα τους στην πλατεία και να εξυμνούν την δόξα της πατρίδας μας, να πηγαίνουν αγόγγυστα στην εκκλησία ακόμη και αν δεν επρόκειτο για την θρησκεία των γονιών τους, τα είδαμε να γεμίζουν τα σχολικά κτίρια δίνοντας το δικαίωμα στους τσιριγώτες να ζητούν «νέα και σύγχρονα σχολεία».Τα βλέπουμε τώρα να μεγαλώνουν και να δίνουν νεανική πνοή στον γερασμένο πληθυσμό του νησιού. Τα νεανικά τους πρόσωπα μας γεμίζουν αισιοδοξία και ελπίδα ότι ετούτος ο τόπος θα μείνει ζωντανός για μερικά ακόμη χρόνια πριν μεταβληθεί σε ένα και μόνο καλοκαιρινό θέρετρο που θα ερημώνει τον χειμώνα. Η ένεση ζωής που δόθηκε στα Κύθηρα την δεκαετία του 90 μπορεί να μην επαναληφθεί ξανά, καθώς τα παγκόσμια πράγματα συνεχώς αλλάζουν. Αυτοί οι νέοι τσιριγώτες όμως θα μείνουν κουβαλώντας τις ίδιες αναμνήσεις με κάθε έναν από εμάς που μεγάλωσε σε τούτο τον τόπο. Και μακάρι να μεγαλώσουν εδώ και τα δικά τους παιδιά, χωρίς την στάμπα του πολίτη ενός «κατώτερου Θεού».

Ντροπή όχι απλά γιατί κάποιοι από εμάς τους “αυτόχθονες” τσιριγώτες διαφωνούν με όλα αυτά. Αλλά γιατί αφού στηριχθήκαμε εξ ολοκλήρου στους μετανάστες για να δημιουργήσουμε μια τοπική οικονομία που δεν θα μπορούσαμε να την ονειρευτούμε καν τις δεκαετίες του 70 και του 80 τώρα αρνούμαστε ή κάνουμε του δύσκολους για να αποδώσουμε στα παιδιά τους αυτά που δικαιούνται. Σε τούτο το νησί οι μετανάστες ζωντάνεψαν την ερημωμένη ύπαιθρο προσφέροντας την δούλεψή τους στους γερασμένους ιδιοκτήτες της. Σε τούτο το νησί οι μετανάστες έχτισαν με τα χέρια τους τα σπίτια οπού ζούμε και ένας Θεός ξέρει πως θα είχε συντελεστεί χωρίς αυτούς, το θαύμα της αναπτυξιακά ανθοφόρας «οικοδομής» που έδωσε το «φιλί της ζωής» στην ντόπιους να μείνουν στον τόπο τους αφεντικά. Σε τούτο το νησί ο τουρισμός δεν θα είχε την ανάπτυξη που έχει αν δεν στηριζόταν στα εργατικά χέρια των μεταναστών. Τέλος σε τούτο το νησί η εμπορική κίνηση και τα νέα μαγαζιά που ανοίγουν το ένα μετά το άλλο στηρίζονται στα λεφτά αυτών των μεταναστών που αγοράζουν και καταναλώνουν όπως όλοι μας. Χωρίς αυτούς τα Κύθηρα θα είχαν σβήσει και οι Κυθήριοι θα είχαν φύγει... μετανάστες. Τόσα χρόνια κανείς δεν αναφέρεται σε αυτό λες και είναι θέμα ταμπού ενώ διαχρονικά οι τοπικοί ηγέτες (πολιτικοί και θρησκευτικοί) κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. Σε τούτο τον τόπο λοιπόν αρκετοί συμπολίτες μας έδωσαν την ψήφο τους σε ένα κόμμα που αρνείται την Ελληνική ιθαγένεια στα παιδιά των μεταναστών ενώ πολλοί άλλοι σε ένα κόμμα που κρατά «σκληρή γραμμή» σε μια τέτοια προοπτική. Το θεωρώ αχαριστία και ντρέπομαι για αυτό.

Τρόμος γιατί το «αυγό του φιδιού» της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας εκκολάπτεται στις φαινομενικά φιλήσυχες και ατάραχες κοινωνίες που όμως αργά ή γρήγορα και λόγω έλλειψης ελαστικότητας, ανοχών και συμπόνιας, νομοτελειακά θα οδηγηθούν σε καταστάσεις κρίσης, τις οποίες κανένας μας δεν θα ήθελε να ζήσει.